Ο Διάλογος
Το πεζό έργο του Διαλόγου μπορεί να θεωρηθεί συμπληρωματικό του Ύμνου εις την Ελευθερίαν. Στο Ύμνο ο Σολωμός εξυμνεί τα κατορθώματα της ελληνικής επανάστασης του 1821 συνθέτοντας ένα ενθουσιώδες λυρικό ποίημα σε δημώδη γλώσσα. Ο στόχος είναι διπλός: να καταδειχθεί ότι η επανάσταση γίνεται για την απόκτηση της Ελευθερίας και, συγχρόνως, ότι οι επαναστατημένοι έλληνες έχουν καλλιεργημένη γλώσσα και αξιόλογη λογοτεχνία. Στον Διάλογο, τρία πρόσωπα, ο Ποιητής, ένας Φίλος του και ο Σοφολογιότατος, συζητούν κάποιες βασικές απόψεις του γλωσσικού ζητήματος της εποχής, με φόντο τις πολεμικές επιχειρήσεις στο Μεσολόγγι.
Με επιχειρήματα που δείχνουν τη θεωρητική σκευή του Σολωμού, ο Ποιητής υπερασπίζεται τη γλώσσα του λαού, επιμένοντας για την καταλληλότητά της να εκφράζει υψηλά συναισθήματα και σύνθετες έννοιες. Ο Σοφολογιότατος, από την άλλη, τάσσεται υπέρ της διόρθωσης της «διαφθαρμένης» δημώδους γλώσσας ενώ εύχεται μέχρι και την επιστροφή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Η συζήτηση διακόπτεται απότομα με την κορύφωση της αντιπαράθεσης του Ποιητή με τον Σοφολογιότατο και το έργο κλείνει με την πικρία και την ανησυχία του Ποιητή: «Μου πονεί η ψυχή μου. οι δικοί μας χύνουν το αίμα τους αποκάτου από το Σταυρό για να μας κάμουν ελεύθερους, και τούτος και όσοι του ομοιάζουν πολεμούν γι’ ανταμοιβή να τους σηκώσουν τη γλώσσα».
Ο Διάλογος, όπως αναγράφεται στο χειρόγραφο αντίγραφο που τον διασώζει, συντάχθηκε το 1824, αλλά η σχεδιαζόμενη δημοσίευσή του από τον Σολωμό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Εκδόσεις: Το κείμενο του Διαλόγου δημοσιεύεται ήδη στη μεταθανάτια έκδοση του σολωμικού έργου από τον Πολυλά (Διονυσίου Σολωμού Τα Ευρισκόμενα, Κέρκυρα [1859] 1998) και συμπεριλαμβάνεται στις εκδόσεις Απάντων που ακολούθησαν.