Γρηγόριος Ξενόπουλος
1867 - 1951
Για τον Γρηγόριο Ξενόπουλο έχουν γραφτεί πάρα πολλά, ανάλογα με την πολυεπίπεδη προσφορά του. Άφησε πλούσιο έργο λογοτεχνικό, θεατρικό, κριτικής της λογοτεχνίας, μα έμεινε γνωστός και για το Περιοδικό Διάπλαση των Παίδων, στο οποίο εκτός από τη Διεύθυνση, την οποία είχε αναλάβει, δημοσίευε και τις περίφημες επιστολές του, που έκλεινε με τη φράση «σας ασπάζομαι, Φαίδων».
Γεννήθηκε στο Φανάρι το 1867 και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του στη Ζάκυνθο. Ο Ξενόπουλος κάτω από τη στοργή της μητέρας του παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού και του Γυμνασίου στη Ζάκυνθο, πάντα πρώτος και αριστούχος, όπως μας πληροφορεί η ζακυνθινή εφημερίδα «Ελπίς».
«Παρατηρητικός, με οξύ μυαλό και φιλομαθής από μικρός δεν δείχνει μόνο ενδιαφέρον για κάθε είδους μάθηση, αλλά και για ό,τι γίνεται γύρω του μέσα στην μικρή, αλλά και πολυτάραχη τότε κοινωνική ζωή της Ζακύνθου με τις ταξικές της διαφορές και το ειδυλλιακό της περιεχόμενο. Όλα και το κάθε τι τον εντυπωσιάζει και το αποτυπώνει στο μυαλό του, έτσι που αργότερα θα τα χρησιμοποιήσει για θέματα στο έργο του.».
Το 1883 γράφεται στο πανεπιστήμιο για να σπουδάσει φυσικομαθηματικά, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του για τη λογοτεχνία και ήταν ένας από τους ελάχιστους λογοτέχνες εκείνης της εποχής που κατάφερε να ζήσει από την πένα του. Το λογοτεχνικό έργο του Ξενόπουλου δεν εντάσσεται εμφανώς στο χώρο της ηθογραφίας, καθώς επιχειρεί να αποδώσει μια ευρύτερη και σύνθετη θεώρηση της κοινωνικής πραγματικότητας, προβάλλοντας τις συγκρούσεις και τις αντιθέσεις που κυριαρχούσαν στον αστικό του περίγυρο. Για παράδειγμα με τη Μαργαρίτα Στέφα (1893) θα στραφεί στην απεικόνιση της ζακυνθινής ζωής και την ανασύνθεση των αναμνήσεών του. Με την πάροδο του χρόνου αποτυπώνει στα έργα του και τη μεταβαλλόμενη φυσιογνωμία της αθηναϊκής πρωτεύουσας.
Παράλληλα με τον πεζογράφο Ξενόπουλο συνυπάρχει και ο κριτικός, και ο μελετητής της λογοτεχνίας μας. «Στον τομέα αυτό είναι πνεύμα προοδευτικό, όχι επαναστατικό, θετικό και γενναίο και ποτέ αρνητικό.».
Διαδέχτηκε το Γεώργιο Δροσίνη στη διεύθυνση της Εικονογραφημένης Eστίας και η Νέα Εστία, που από το 1927 ως σήμερα συνεχίζει την πορεία της, φιλοξένησε πολλούς λογοτέχνες, μεταφραστές, στοχαστές, κριτικούς κι ανύψωσε το πνευματικό επίπεδο της Αθήνας.
Ευαίσθητος, με ευρωπαϊκή αφομοιωμένη κουλτούρα, με οξύτατο κριτικό πνεύμα, με μυρωδιά του Ωραίου και του πρωτοποριακού, παρουσίασε πρώτος τους μεγάλους ποιητές Ιωάννη Γρυπάρη και Κωνσταντίνο Καβάφη (τον Καβάφη από τις σελίδες του περιοδικού Παναθήναια το 1903) και τους καθιέρωσε στο πανελλήνιο.
Στα 1896 αρχίζει τη συνεργασία του με τη «Διάπλαση των Παίδων.» Στα 1901 κάνει το δεύτερο γάμο του με την Τίτα Κανελλοπούλου, ανιψιά κι αναθρεφτή του ιδρυτή και ιδιοκτήτη του περιοδικού. Στο θέατρο εμφανίστηκε το 1895 με το έργο «Ο Ψυχοπατέρας». Συνεργάστηκε με τη «Νέα Σκηνή» του Κ. Χρηστομάνου καθώς και με τις δύο πρωταγωνίστριες της θεατρικής σκηνής, την Κυβέλη και τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Από το σημαντικό θεατρικό έργο του, επηρεασμένο από την Ιψενική δραματουργία, ξεχωρίζουν μεταξύ άλλων Το Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας (1904), η Στέλλα Βιολάντη (1909) και το Ψυχοσάββατο (1911).
Με Το Φιόρε του Λεβάντε, τον Πειρασμό, τη Φωτεινή Σάντρη, τον Ποπολάρο, κατάφερε πραγματικά ν’ αναπτύξει θεατρικά και αισθητικά το ελληνικό κοινό, ώστε να εξομοιωθεί με το ευρωπαϊκό πνεύμα και ν’ αποτελέσει, σε ένα μεγάλο μέρος του, ένα κοινό με σοβαρές απαιτήσεις από το θέατρο.
Στα θεατρικά έργα του θα διαπιστώσουμε την ανατομία της ταξικής ζακυνθινής νοοτροπίας και διαστρωμάτωσης, θα χαρούμε τα υπολείμματα του βενετσιάνικου λεξιλογίου, θα συναντήσουμε φιγούρες με ευρωπαϊκή φινέτσα, παιδεία, μουσικό λόγο, μέσα από ποικιλία χαρακτήρων, σκηνικών και σκηνογράφων.
Αναγνώριση της προσφοράς του στα ελληνικά γράμματα αποτελεί εκτός των άλλων, το γεγονός ότι εκλέχθηκε ακαδημαϊκός το 1931.
Ωστόσο για την αναγνώριση πέραν της λογοτεχνικής του αξίας και του ήθους του ως ανθρώπου, τεκμήρια αποτελούν οι διάφορες επιστολές που έχουν σωθεί. Το Αρχείο του Μουσείου περιλαμβάνει επιστολή του 1950 από το Δοιηκητικό Συμβούλιο του Ερασιτεχνικού Φιλοτεχνικού Ομίλου «Το Μπουρίνι» (Μυτιλήνη), που ευχαριστεί τον Ξενόπουλο για «την άδεια της παράστασης του θεατρικού έργου Φοιτητές χωρίς να ζητήσει συγγραφικά δικαιώματα και τον πληροφορεί ότι ήδη το έργο ανεβάστηκε στη Μυτιλήνη. Ακόμα στο Αρχείο υπάρχουν επιστολές από μαθητές, σταλμένες από όλη σχεδόν την Ελλάδα, την Κύπρο, αλλά και την Αίγυπτο (Αλεξάνδρεια), την Τουρκία (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη), που ζητούσαν πληροφορίες για τα έργα του και την κριτική του για διάφορα δοκίμια που του έστελναν στη Διάπλαση των Παίδων.
Πέθανε στην Αθήνα το 1951, αλλά, όπως αναφέρει και ο Ν. Λούντζης «κρατώντας τη ζακυνθινή του ταυτότητα, επιβλήθηκε στον πανελλήνιο χώρο, χωρίς υποχωρήσεις, αλλά και χωρίς επαρχιώτικα πλέγματα. Και εισέφερε την επτανησιακή πολιτιστική ιδιαιτερότητα, στην υπό διαμόρφωση ελληνική ποιότητα.»