Διονύσιος vs Δημήτριος

Πράγματι, στο οικογενειακό επίπεδο τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα: ο Διονύσιος θα έρθει σε ρήξη με τον ομομήτριο αδερφό του Δημήτριο. Αφορμή φαίνεται πως στάθηκαν διάφορες εντάσεις για ζητήματα περιουσιακά και προστριβές στο πλαίσιο της συγκατοίκησης των δύο αδερφών στο Ντομενικάλε, οι οποίες είχαν ξεκινήσει από το 1823 και με κάποια διαλείμματα –όπως αυτό της βάπτισης της κόρης του Δημητρίου Αγγελικής από τον Διονύσιο, το 1826– θα εξακολουθήσουν ως τη ρήξη του 1828. Ενδεικτική είναι η διαμαρτυρία-καταγγελία του Διονυσίου στον φίλο του Γεώργιο Δε Ρώσση της φθοράς που έχουν υποστεί οι πολυθρόνες του (οι οποίες βρίσκονται λερωμένες από κεριά και λάσπες, προφανώς εξαιτίας της κακής χρήσης τους από τον Δημήτριο), και, σε άλλη περίσταση, η άρνηση του Διονυσίου να παραχωρήσει στον αδερφό του το αμάξι για τη βόλτα της οικογένειάς του. Οι προστριβές αυτές θα κλιμακωθούν το πρώτο εξάμηνο του 1828, σύμφωνα με την Αίτηση του Διονυσίου προς τον άγγλο Διοικητή (Residente) της Ζακύνθου: «[…] Στο ίδιο σπίτι κατοικώ εγώ και ο αδελφός μου Δημήτριος, επειδή όμως για την ώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τη διανομή, μένει ο καθένας εκεί που βρίσκεται, ο Δημήτριος στο επάνω πάτωμα κι εγώ στο κάτω. Το σπίτι αυτό είναι έτσι φτιαγμένο από τον επίτροπο που άφησε ο πατέρας μας, τον κύρ. Νικόλαο Μεσσαλά, ώστε τυχαίνει να έχει ευρύχωρα τα διαμερίσματα του επάνω πατώματος και στενόχωρα του κάτω κι έτσι ο Δημήτριος έχει όλη του την άνεση από αυτά και ιδίως από τις αποθήκες. Από αυτές, ανάμεσα στα λίγα που έμειναν σ’ εμένα, ήταν και μία κοντά στη στέρνα (και για να μπει κανείς σ’ αυτή πρέπει να περάσει άλλη πόρτα, που την άφησα ανοιχτή), κι εκεί είχα διάφορα πράματά μου, και δεύτερο κλειδί της είχε και ο Δημήτριος. Αντικατέστησα την κλειδαριά, πράμα που δεν τον έβλαφτε καθόλου, για μένα όμως είχε μεγάλη σημασία, γιατί μέσα εκεί ήθελα να τοποθετήσω πράματα με μεγαλύτερη αξία. Χτυπώντας όμως με το σφυρί, κι ενώ επιστατούσε ο υπηρέτης του, παραβιάζουν την πόρτα και την ανοίγουν. Εγώ όμως, που δεν έχω ούτε τη διάθεση ούτε τον καιρό να προξενώ σκάνδαλα, όπως γίνεται στις λαϊκές κωμωδίες, βάζοντας αντιμέτωπο στον υπηρέτη του τον δικό μου, για να έρθουν οι δύο αράθυμοι αυτοί στα χέρια μέσα στο σπίτι των ιδιοκτητών αδελφών, έρχομαι σε Σας, αξιότιμε Κύριε, που θέλετε, και από τη θέση σας και από το χαρακτήρα σας, την ησυχία του καθενός, και ζητώ, αν αλλάξω την κλειδαριά, να μη δεχτώ και πάλι την προσβολή καινούριων χτυπημάτων μπροστά στον υπηρέτη –μια πράξη που, αν δεν χτυπηθεί η αυθάδειά της, θα ξαναγίνει βέβαια ακόμα και στην πόρτα του κοιτώνα μου.» (Πολίτης 1991: 162-3).

Τελικά η διαμάχη θα πάρει τη δικαστική οδό και θα καταλήξει, στις 14/26 Ιουνίου 1828, στη διανομή του Ντομενικάλε καθώς και της υπόλοιπης ακίνητης περιουσίας σε δύο ισάξια μερίδια. Ωστόσο, παρά τη διανομή του σπιτιού (στην οποία ο Διονύσιος θα τύχει το επάνω πάτωμα και ο Δημήτριος το κάτω), η ένταση ανάμεσα στους αδερφούς Σολωμού δεν θα εκτονωθεί και, πιθανότατα, αυτό θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του Διονυσίου να εγκαταλείψει τη Ζάκυνθο και να εγκατασταθεί οριστικά στην Κέρκυρα. Πριν φύγει, θα παραδώσει στον συμβολαιογράφο Γεώργιο Δικόπουλο σφραγισμένη τη διαθήκη του, ορίζοντας ως επιτρόπους τους Ιωάννη Γαλβάνη και Εμμανουήλ Λεονταράκη. Η μετοικεσία θα πραγματοποιηθεί στο τέλος του 1828 (πιθανώς: 19 Νοεμβρίου / 1 Δεκεμβρίου).

Οι διάφορες αντεκδικήσεις των δύο ομομήτριων αδερφών για τη χρήση της κοινής περιουσίας ήταν πιθανότατα η αφορμή μιας σύγκρουσης της οποία η αιτία μάλλον βρισκόταν αλλού, και, συγκεκριμένα, στη διαφορετική στάση που τα δύο αδέρφια θέλησαν να κρατήσουν αναφορικά με την αντιμετώπιση και επίλυση του προβλήματος που τους βασάνιζε, δηλαδή του κοινωνικού στίγματος των νόθων και των κληρονομικών παρεπόμενων (ακύρωσης της διαθήκης του Νικολάου Σολωμού και απώλεια του τίτλου ευγενείας), σύμφωνα με το ενετικό Δίκαιο. Φαίνεται, δηλαδή, πως ενώ ο Δημήτριος έβλεπε ότι η λύση ξεκινούσε αναγκαστικά από τη συνεργασία τους με την αγγλική Προστασία και, γενικότερα, με τα κατάλληλα πρόσωπα της εξουσίας, ο Διονύσιος ήθελε να διατηρήσει την ανεξαρτησία του. Δεν είναι έτσι τυχαίο το ότι οι εντάσεις ξεκινούν το 1823. Είναι, ακριβώς, η χρονιά που ο τυραννικός άγγλος Αρμοστής Μέτλαντ αποφασίζει να συνταχθούν οι νέοι κώδικες, οι οποίοι θα αντικαταστήσουν την ισχύουσα ως τότε ενετική νομοθεσία. Αναθέτει έτσι στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο να προτείνει και να καταθέσει για ψήφιση στη Βουλή τα σχέδια των νέων Νόμων. Είναι μάλλον βέβαιο ότι η κίνηση του Αρμοστή αποσκοπούσε στην χαλιναγώγηση των φιλελεύθερων πολιτών, οι οποίοι, προκειμένου να δουν τα συμφέροντά τους να ικανοποιούνται, θα μπορούσαν να σιωπήσουν ή και να συνεργαστούν με την αγγλική πολιτική –άλλωστε η ψήφιση των νέων κωδίκων θα καθυστερήσει σχεδόν είκοσι χρόνια. Όπως και να έχει, ενόψει της σύνταξης νέων κωδίκων υπήρχε μεγάλο περιθώριο θετικής ρύθμισης των κακώς κειμένων, όπως για παράδειγμα της δυσμένειας στην οποία ήταν καταδικασμένα, βάσει των άρθρων του ενετικού οικογενειακού Δικαίου, τα νοθογέννητα παιδιά. Συνεπώς, υπήρχε μεγάλο περιθώριο για πιέσεις, διαπραγματεύσεις, συναλλαγές και αντιπαροχές.

Η ρύθμιση αυτού του θέματος δεν αφορούσε βέβαια μόνον τους αδερφούς Σολωμού αλλά και πολλούς άλλους ευγενείς οι οποίοι βρίσκονταν σε παρόμοια κατάσταση. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Διονυσίου Βούλτσου, ο οποίος, μολονότι νοθογέννητος, ανταμείφθηκε από τον Μέτλαντ για τη συνεργασία του για την επιβολή του Συντάγματος του 1817: έγινε ιππότης Ταξιάρχης και στη συνέχεια πήρε το αξίωμα του Έπαρχου (Reggente) Ζακύνθου (Μάρτιος 1823 – Νοέμβριος 1827), “σβήνοντας” έτσι το κοινωνικό στίγμα του. Ο Σολωμός δεν θα παραλείψει να τον αναφέρει ειρωνικά στο σατιρικό όνειρο «Ο Φουρκισμένος» του Συνθέματος του 1833-1834 (το οποίο επεξεργάζεται στο τετράδιο Ζακύνθου αρ. 11 ): «Nota: (Questa nota sia messa là dove si nomina il boja). Era reggente in quell’epoca Dionisio Bulzo, mio carissimo amico e che a causa d’onore noi qui nominiamo. Fu dei fondatori della nostra costituzione. Fu reggente per due quinquenni sotto M. e sotto A. È cavaliere commendatore etc. etc. etc. e queste sono le glorie con cui cancellò la macchia della sua nascita, macchia che abbiamo comune con esso lui. La sua dilicatezza non gli permise di accettare impieghi sotto L. Nugent.» [= Σημείωση. (Αυτή η σημείωση να μπει εκεί που ονομάζεται ο δήμιος). Ήταν έπαρχος εκείνη την εποχή ο Διονύσιος Βούλτσος, ο πολυαγαπημένος μου φίλος και που για λόγους τιμής τον ονομάζουμε εδώ. Υπήρξε από τους ιδρυτές του συντάγματός μας. Διετέλεσε έπαρχος επί δύο πενταετίες υπό τον Μ.<έτλαντ> και τον Ά.<νταμ>. Είναι ιππότης ταξίαρχος κτλ. κτλ. κτλ. και αυτές είναι οι τιμές με τις οποίες έσβησε την κηλίδα της γέννησής του, κηλίδα που την έχουμε κοινή μ’ αυτόν. Η λεπτότητά του δεν του επέτρεψε να δεχτεί αξιώματα υπό τον Λόρδο Νugent.] (Τσαντσάνογλου 1982: 87).

Ειρωνεία αλλά και αυτοειρωνεία: ο Σολωμός ξέρει πολύ καλά το πρόβλημά του («[...] κηλίδα που την έχουμε κοινή μ’ αυτόν»). Φαίνεται όμως ότι προτιμά να το αντιμετωπίσει αλλιώς, ενδεχομένως επιδιώκοντας το κύρος και τη βελτίωση της κοινωνικής του θέσης μέσω της ποιητικής του ακτινοβολίας, και πάντως διεκδικώντας την πολιτική του ανεξαρτησία. (Άλλωστε, έχει ήδη συμμετάσχει σε μια δημόσια πράξη ‘ανταρσίας’, συνυπογράφοντας την αναφορά παραπόνων κατά του Συντάγματος του 1817 και κατά του ίδιου του Μέτλαντ.) Ο Δημήτριος, αντίθετα, θα επιλέξει τον δρόμο της συμμετοχής στα πολιτικά πράγματα και την αναπόφευκτη συνεργασία με την αγγλική Προστασία. Και η διαφορετική αυτή επιλογή των δύο αδερφών θα αποτελέσει πιθανότατα τη βαθύτερη αιτία της σύγκρουσής τους.