«Η τρίχα»
Η σάτιρα για τον δικηγόρο του αδελφού του Ναπολέοντα Ζαμπέλη σχεδιάζεται τώρα ως αυτοτελές ποίημα, ως ένα όνειρο του ποιητή. Ο ποιητής κοιμάται και βλέπει στον ύπνο του τον φλάρη (καθολικό καλόγερο) του βαρόμετρου του δωματίου του να ζωντανεύει και να μιλά κοροϊδευτικά για διάφορους επτανησιώτες ευγενείς. Ο βασικός στόχος όμως είναι ο Ζαμπέλης, ο «δόχτορας» (ή «νιος»), ο οποίος κατηγορείται από τον φλάρη (φλάρη-Διάβολο) για νόθος, με βάση κάποια στοιχεία που έχει στην κατοχή του και τα οποία δεν αργούν να εμφανιστούν: πρόκειται για κάποιες ερωτικές επιστολές της μητέρας του Ζαμπέλη καθώς και για μία τρίχα, η οποία συνδέεται με την ερωτική ζωή της («il pelo della putana» = η τρίχα της πόρνης). Ο φλάρης εμφανίζεται ξαφνικά να κρατά μια ζυγαριά. Βάζει στον ένα δίσκο την τρίχα και στον άλλο τον δόχτορα (Ζαμπέλη) και τους ζυγίζει. Η τρίχα (δηλαδή, η ερωτική δραστηριότητα της μητέρας του) είναι πάντα βαρύτερη, πράγμα που αποδεικνεύει πως ο δόχτορας δεν μπορεί να ξέρει ποιανού γιος είναι: «Quando una donna si abbandona in modo * * * * * * * * * * * * * αρο / όπου τον Έρωτα ποιεί ξαδέλφι με τον Χάρο come diavolo puoi sapere di chi sei figlio tu?» [= Όταν μια γυναίκα παραδίνεται έτσι * * * * * * * * * * * * * αρο / όπου τον Έρωτα ποιεί ξαδέλφι με τον Χάρο πώς διάβολο μπορείς να ξέρεις ποιανού παιδί είσαι;]. Η τρίχα της μητέρας άλλωστε δίνει και τον τίτλο στο σατιρικό ποίημα: «Non sarebbe male che il canto fosse intitolato Η τρίχα» [= Δεν θα ήταν άσχημο το τραγούδι να ονομαστεί Η τρίχα]. Το ζύγισμα συνεχίζεται με επιμονή –στο μεταξύ ο φλάρης θα έχει ζυγίσει και άλλους επιφανείς επτανησιώτες, οι οποίοι προφανώς έχουν το ίδιο «στίγμα» με τον Ζαμπέλη. Στην περίπτωση του Ζαμπέλη, όμως, το ζύγισμα επαναλαμβάνεται χωρίς σταματημό και με αυξανόμενη ένταση, έτσι που ο ποιητής σκέφτεται να παρέμβει και να παρακαλέσει τον φλάρη να λυπηθεί τον νιο. Αλλά του φαίνεται ότι ο φλάρης του κάνει νόημα να ανεβεί και αυτός στην ζυγαριά για να τον ζυγίσει κι έτσι ξυπνά τρομαγμένος.